Τρίτη, Μαΐου 20, 2008

Εθνικό Χωροταξικό Πλαίσιο

ΕΘΝΙΚΟ ΧΩΡΟΤΑΞΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ: ΕΝΑ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΟ ΚΡΑΜΑ ΑΛΑΖΟΝΕΙΑΣ, ΠΡΟΧΕΙΡΟΤΗΤΑΣ ΚΑΙ ΕΞΥΠΗΡΕΤΗΣΕΩΝ

Του Βουλευτή ΠΑΣΟΚ Ροδόπης Γιώργου Πεταλωτή

Για μία ακόμη φορά η Κυβέρνηση απογοητεύει με την πολιτική της φιλοσοφία και πράξη. Για μία ακόμη φορά αποδεικνύεται κατώτερη των περιστάσεων. Για μία ακόμη φορά επιχειρεί αλαζονικά να νομοθετήσει με τρόπο ανεπίκαιρο, μονομερή, ατεκμηρίωτο, προπαγανδιστικό και προκατειλημμένο για μία εξαιρετικά κρίσιμη πτυχή της δημόσιας σφαίρας, αυτή της ανάγκης αποκατάστασης του χρόνιου ελλείμματος στη γενική ρύθμιση της χωροταξίας της χώρας. Αναφέρομαι στο νομοσχέδιο με τίτλο «Γενικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης» του ΥΠΕΧΩΔΕ, το «Σύνταγμα» δηλαδή της διαχείρισης του χώρου. Ένα στρατηγικό σχέδιο που δίνει τις βασικές στρατηγικές κατευθύνσεις για τη χωρική ανάπτυξη της χώρας, δηλαδή δεν καθορίζει σε καμία περίπτωση «πού μπορούμε να κάνουμε τι» και κακώς το ΥΠΕΧΩΔΕ προβάλλει ότι το εθνικό χωροταξικό είναι κάτι τέτοιο, ακόμη και με την σπάταλη και πονηρή μέθοδο των χρυσοπληρωμένων ολοσέλιδων καταχωρήσεων στον εθνικό Τύπο.

Παρόλο που ο ίδιος ο ΥΠΕΧΩΔΕ κ. Σουφλιάς δηλώνει ότι «η απουσία εθνικού χωροταξικού σχεδιασμού είναι ένα τεράστιας σημασίας έλειμμα πολλών δεκαετιών, που η χώρα το έχει πληρώσει πολύ ακριβά σε ό,τι αφορά και την ορθολογική ανάπτυξη και οργάνωσή της και την προστασία του περιβάλλοντος», τελικά μέσω μιας προσχηματικής διαδικασίας δήθεν διαλόγου, φέρνει προς ψήφιση πολύ αργά, μετά από μια τετραετία, ένα πολύ «λίγο» κείμενο, ένα κατ΄ουσίαν τετελεσμένο που απηχεί με πολύ στενομυαλιά, προχειρότητα και ασάφεια τις παρωχημένες αντιλήψεις και τις ύποπτες εξαρτήσεις του κυβερνητικού σχηματισμού, ο οποίος κοκορεύεται αυτάρεσκα ως «ασυμβίβαστος», «σύγχρονος» και «μεταρρυθμιστικός».

Η αρνητική στάση του συνόλου πρακτικά των αρμόδιων φορέων, του ΠΑΣΟΚ και φυσικά και η δική μου απέναντι στο νομοσχέδιο, δεν αφορά την επιτακτική ανάγκη θέσπισης ενός κειμένου που στην ουσία αποτελεί το «Σύνταγμα» της χωρικής οργάνωσης της Ελλάδας. Η επείγουσα όμως ανάγκη θεσμοθέτησής του δεν δικαιολογεί ένα κακό χωροταξικό. Στον έμμεσο και άτυπο εκβιασμό της Κυβέρνησης «θέλετε αταξία στο χώρο και αντιδράτε;» και «καλύτερα ένας οποιοσδήποτε νόμος παρά το χάος» απαντούμε υπεύθυνα ότι «δεν θέλουμε ένα κακό χωροταξικό και υπάρχει χρόνος και διάθεση για καλύτερο». Και είναι πολύ κακό το νομοσχέδιο που θα συζητηθεί στη Βουλή, κακό για τη χώρα, κακό και για τη Ροδόπη, παρά την λυσσαλέα κυβερνητική προπαγάνδα περί «καινοτομίας» και περί ιδιαίτερα ευνοϊκής μεταχείρισης της Ροδόπης.

Ξεκινώντας την κριτική για το νομοσχέδιο από τα διαδικαστικά, μπορεί κανείς εύκολα να καταλάβει γιατί οι μονότονες προπαγανδιστικές (φιλο)κυβερνητικές αναφορές όπως «για πρώτη φορά αποκτά η χώρα Εθνικό Χωροταξικό» ή περί «διαλόγου», ηχούν αστείες. Ούτε για μεταρρυθμιστικό παλικαρισμό πρόκειται ούτε για κάτι εμπνευσμένο και πρωτότυπο, αφού:

· Το υπό ψήφιση νομοσχέδιο συντάσσεται και κατατίθεται κατ’ επιταγήν του Νόμου 2742/1999 που ψήφισε συγκροτημένα και υπεύθυνα το ΠΑΣΟΚ.

· Η Κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, ήδη από 2003, μετά από επίμοχθες προσπάθειες και πολυετή διαβούλευση με Πανεπιστήμια, φορείς και σύνθεση των απόψεων των εμπλεκόμενων Υπουργείων, είχε διαμορφώσει μια τεκμηριωμένη, γόνιμη και πολυδιάστατη πρόταση νόμου. Το αρμόδιο Συμβούλιο Χωροταξίας είχε εγκρίνει την πρόταση και απλά δεν πρόλαβε να ψηφισθεί λόγω της κυβερνητικής αλλαγής του 2004. Ο κ. Σουφλιάς θα μπορούσε απλά να επικαιροποιήσει ή να προσαρμόσει άμεσα στα κυβερνητικά μέτρα την αξιόλογη αυτή πρόταση. Αντ΄ αυτού καθυστέρησε εγκληματικά. Η κατάχρηση πάντως της έκφρασης «για πρώτη φορά» με μικροκομματική επικοινωνιακή στόχευση εκθέτει την Κυβέρνηση και τους τελάληδές της διότι θριαμβολογούν για το αυτονόητο της Συνέχειας του Κράτους.

· Οι Περιφέρειες της χώρας, πλην της Αττικής, έχουν από το 2003 εγκεκριμένα Περιφερειακά Χωροταξικά Πλαίσια.

· Δεν είναι τυχαίο ότι πουθενά δεν εμφανίζεται η μελέτη που το ίδιο το ΥΠΕΧΩΔΕ παρήγγειλε για την επιστημονική υποστήριξη τού χωροταξικού σχεδιασμού και στην οποία υποτίθεται ότι βασίστηκε η εκπόνησή του, προφανώς γιατί άλλα λέει η μελέτη και άλλα το τελικό κείμενο, παρά την επιφανειακή διατήρηση της βασικής δομής και φρασεολογίας της μελέτης, για λόγους «αισθητικούς» (επιστημονικοφάνειας και περιβαλλοντικού λαϊκισμού).

· ΤοΥΠΕΧΩΔΕ με κλειστές και συνοπτικές διαδικασίες προσπάθησε να σκηνοθετήσει την έγκρισή του από το Εθνικό Συμβούλιο Χωροταξίας το οποίο αν και δεν είχε συγκληθεί επί 3,5 χρόνια, εκλήθη να γνωμοδοτήσει μέσα σε μερικές εβδομάδες για ένα προαποφασισμένο κείμενο, παρά τις διαφωνίες και επιφυλάξεις της πλειοψηφίας των ανεξάρτητων φορέων που συμμετέχουν και την υπερψήφισή του από μόλις 5 φορείς από τους 16 του οργάνου αυτού.

· Αντί να συγκεντρώνει τη μέγιστη δυνατή κοινωνική συναίνεση και αποδοχή, έχει καταδικαστεί από την πλειονότητα των αρμόδιων κοινωνικών, επιστημονικών και περιβαλλοντικών φορέων οι οποίοι ενδεικτικά ζητούν είτε περισσότερο χρόνο για διαβούλευση (π.χ. Χωροτάκτες), είτε αναβολή της συζήτησης για 6 μήνες (π.χ. Γεωτεχνικοί) είτε απλά την απόσυρσή του (π.χ. περιβαλλοντικές οργανώσεις και μηχανικοί δημόσιοι υπάλληλοι).

· Δεν συνοδεύεται από «Στρατηγικές μελέτες περιβαλλοντικών επιπτώσεων» οι οποίες απαιτούνται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή (οδηγίες 2001/42/ΕΚ και 92/43/ΕΟΚ) για συγκεκριμένα έργα που εντάσσονται στο «Γενικό Πλαίσιο», του αγωγού Μπουργκάς – Αλεξ/λης συμπεριλαμβανομένου.

Επί της ουσίας, η βασική λειτουργικότητα που επιδιώκεται,δηλαδή αυτή της θεσμικής υποστήριξης της αειφορικής ανάπτυξης και της χωρικής οργάνωσης της χώρας, με τρόπο που να προάγει ισόρροπα το βιοτικό επίπεδο των πολιτών και να προστατεύει το περιβάλλον, δεν υπηρετείται από το φιλόδοξο αυτό νομοσχέδιο. Πιο συγκεκριμένα, ανάμεσα σε μεγάλο πλήθος κεντρικών και επιμέρους ενστάσεων, ας αναφερθώ κατ’ οικονομία μόνο στις παρακάτω:

· Αποτελεί ένα καταγραφικό, δηλαδή μίζερο, κείμενο «φωτογράφισης» ήδη δρομολογημένων κατασκευαστικών έργων, χωρίς ενιαίο όραμα στην κατεύθυνση μιας ρεαλιστικά βιώσιμης ανάπτυξης

· Αντί για συγκεκριμένο πλαίσιο προστασίας του περιβάλλοντος, παραθέτει καταλόγους με τις έτσι κι αλλιώς συμβατικές υποχρεώσεις μας έναντι των αντίστοιχων κοινοτικών πολιτικών

· Υιοθετεί, προστατεύει και ενισχύει ρητά και ξεκάθαρα τον υδροκεφαλισμό των Αθηνών και της Θεσσαλονίκης και προτείνει το συγκεντρωτικό και ξεπερασμένο μοντέλο του Ολιγοπολικού Μοντέλου Ανάπτυξης αντί του Μοντέλου των Χωρικών Δικτυώσεων και Συνοχής για συνεργασίες σε περιφερειακή κλίμακα και έτσι υποθάλπει τους άγονους τοπικιστικούς μικροανταγωνισμούς «αντιπάλων» αστικών κέντρων

· Δεν υπηρετείται ολοκληρωμένα η θεματική της προστασίας του φυσικού και δομημένου περιβάλλοντος (διαχείριση υδάτινων πόρων και απορριμμάτων, δάση, κλιματική αλλαγή κτλ.) ενώ αγνοεί το μείζον πρόβλημα των κλιματικών αλλαγών στις οποίες επιφυλάσσει μια προσχηματική πενιχρή αναφορά, αντάξια του πρόσφατου διεθνούς ρεζιλέματός της αποπομπής της χώρας μας από τους μηχανισμούς του Κιότο

· Ο σιδηρόδρομος περιθωριοποιείται βάσει του Σχεδίου και καταδικάζεται σε φτωχό συγγενή των αυτοκινητοδρόμων αν και αναπτυξιακά και περιβαλλοντικά είναι καταλληλότερος

· Ασχολείται επιφανειακά με την ανάγκη σταδιακής και μελετημένης κατάργησης της εκτός σχεδίου δόμησης με μία αναφορά τόσο ανούσια και γενικόλογη που δεν μπορεί να υλοποιηθεί, τη στιγμή που η κοινωνία είναι έτοιμη να αποδεχθεί μία υγιή και ολοκληρωμένη πρόταση εφικτού και αποδεκτού πολεοδομικού και χωροτακτικού σχεδιασμού, με σαφή θεσμικά μέτρα και δράσεις, ιεραρχημένα στο χρόνο

· Τα δάση δεν αξιολογούνται ως βασικός παράγοντας φυσικού πλούτου της χώρας και δεν προβλέπεται ως προαπαιτούμενο του σχεδιασμού η ύπαρξη κυρωμένου δασικού χάρτη

· Αποτελεί πλαίσιο – ομπρέλα του Ειδικού Χωροταξικού για τον Τουρισμό το οποίο έχει υποστεί ανηλεή και τεκμηριωμένη κριτική για προτιμησιακή παράδοση των καλύτερων περιοχών της χώρας σε κατασκευαστικά συμφέροντα, κόντρα σε κάθε λογική βιώσιμης ανάπτυξης, με άμεσο στόχο, εκτός της κακώς εννοούμενης «εξυπηρέτησης» ιδιωτών, να «ντοπαριστεί» εις βάρος του περιβάλλοντος η οικοδομική δραστηριότητα ώστε να εμφανίσει εικονικές αναπτυξιακές επιδόσεις η Οικονομία

· Επιδεικνύει μηδενική στην πραγματικότητα μέριμνα για την θεσμική και επενδυτική υποστήριξη της κτηνοτροφίας, μιας εκ των πολύ λίγων εναλλακτικών αναπτυξιακών επιλογών των ορεινών και μειονεκτικών περιοχών

· Δεν εξυπηρετεί την ανάγκη εκσυγχρονισμού της ελληνικής γεωργίας και της δυναμικής εκμετάλλευσης των συγκριτικών της πλεονεκτημάτων

· Δεν υπάρχει κάποια πρόβλεψη για τα Προϊόντα Ονομασίας Προέλευσης και την οριοθέτηση και προστασία της γης υψηλής παραγωγικότητας

· Δεν περιλαμβάνει κανένα χρονοδιάγραμμα, επενδυτικό πρόγραμμα ή άλλη ποσοτική προσέγγιση ή δέσμευση (λειτουργικούς δείκτες) και ουσιαστικά πρόκειται για ένα γενικό ευχολόγιο χωρίς θέσπιση προτεραιοτήτων

Εκεί όμως που υποχρεωτικά οφείλω να τοποθετηθώ έντονα αρνητικά απέναντι στο νομοσχέδιο είναι η υποβάθμιση της Ροδόπης και της Κομοτηνής και τα εξωφρενικά επικίνδυνα παιχνίδια της τελευταίας στιγμής με την εξόρυξη χρυσού. Ας αρχίσω από το δεύτερο. Μέσα στη σκόπιμη θολούρα και τη διαρκή δημοσιοποίηση διαφοροποιημένων σχεδίων και φημών για το κείμενο του εθνικού χωροταξικού από πέρυσι, γεγονός που συνετέλεσε στην αδυναμία φορέων και πολιτών να το παρακολουθήσουν σοβαρά και πειθαρχημένα, η Κυβέρνηση προώθησε κάτι πολύ επικίνδυνο για την περιοχή. Γνωρίζοντας το κλίμα στη Θράκη εναντίον του χρυσού, έντεχνα δεν έκανε αναφορά σε αυτό το θέμα στα δημοσιοποιημένα κείμενα διαβούλευσης και βολιδοσκόπησης. Πονηρά όμως, στο τελικό κείμενο του νομοσχεδίου, αυτό που κατατέθηκε στη Βουλή στις 16 Απριλίου και δεν επιδέχεται εύκολα παρατηρήσεων, με μία μικρή φρασούλα στο κεφάλαιο που αφορά την εξόρυξη (άρθρο 7, παράγραφος Β, σελ. 54) προσθέτει αιφνιδιαστικά και τη Θράκη ως υποψήφια για εξορυκτικές δραστηριότητες χρυσού. Δεν υπάρχει φαντάζομαι νοήμων πολίτης που να μην στέκεται καχύποπτα απέναντι στο συναλλακτικό παρασκήνιο της κυβερνητικής μεθόδευσης και το στόχο της.

Όσον αφορά το ρόλο της Ροδόπης, μπορεί κανείς να παραδεχθεί ότι η ανάδειξη της Κομοτηνής μαζί με την Αλεξανδρούπολη στα ελάχιστα πρωτεύοντα «εθνικά δίπολα» όντως δημιούργησε στην κοινή γνώμη της Κομοτηνής μια ψευδαίσθηση σημαντικότητας και (πρόωρους) πανηγυρισμούς της Νέας Δημοκρατίας τοπικά. Ωστόσο, ξεπερνώντας τα μικροτοπικιστικά αντανακλαστικά μας, αφενός πρέπει να μελετήσουμε όλοι πολύ προσεκτικά την τεκμηριωμένη πρόταση του ΤΕΕ Θράκης για το μάλλον καταλληλότερο τρίπολο Ξάνθης – Κομοτηνής – Αλεξανδρούπολης και αφετέρου να κατανοήσουμε ότι από το κείμενο τού, δεσμευτικού για πολλά χρόνια, νομοσχεδίου, η Κομοτηνή δεν αποκομίζει κάτι συγκεκριμένο και απτό παρά μόνο τη γενική αίσθηση της «δορυφορικής» γαρνιτούρας στο κύριο πιάτο που είναι το θεαματικό πρόκριμα μιας ευνοούμενης πόλης – ορχήστρας, της Αλεξανδρούπολης. Η αμοιβαία επωφελής δικτύωση των δύο γειτονικών και παραδοσιακά αλληλοσυμπληρούμενων αστικών κέντρων δεν είναι καθόλου ευδιάκριτη. Τουλάχιστον όχι τόσο όσο ήταν στο ισχύον Περιφερειακό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού του 2003 που αποτύπωνε πολύ ισορροπημένα και δίκαια τις αναπτυξιακές προοπτικές των πόλεων της περιοχής μας. Μπορεί κανείς ενδεικτικά να απομονώσει από τον εγκεκριμένο Σχεδιασμό του 2003:

· Την απολύτως ξεχωριστή, αυτοδύναμη και κυρίως έντιμη και αντικειμενική πρόκριση της Κομοτηνής, έδρας Περιφέρειας και Πανεπιστημίου, σε «δυναμικό περιφερειακό πόλο εθνικής σημασίας με υπηρεσίες υψηλού επιπέδου, διοικητικό – οικονομικό κέντρο της περιφέρειας, αλλά και αναδυόμενο ενεργειακό κέντρο», από το οποίο κέντρο, ας προσθέσω με την ευκαιρία, η Κυβέρνηση τώρα αφαιρεί απερίφραστα το ενδεδειγμένο για τη ΒΙΠΕ Κομοτηνής 2ο εργοστάσιο φυσικού αερίου, απαντώντας σε πρόσφατη ερώτησή μου στη Βουλή

· Τη κατάταξη της πόλης μας σε Περιφερειακό κέντρο – οικισμό 1ου επιπέδου, μόνη της ανάμεσα στις άλλες πρωτεύουσες νομών, και την κατοχύρωση του ρόλου της ως «διοικητικού – οικονομικού κέντρου αυτοδύναμης συνοριακής περιφέρειας»

· Το ρητό και μοναδικό χαρακτηρισμό της ως «Περιφερειακό μητροπολιτικό κέντρο» με πλήρη πρόβλεψη ανάπτυξης σχετικών διοικητικών και κοινωνικών υποδομών

· Το διαχωρισμό της Περιφέρειας Αν. Μακ. – Θρ. σε δύο «επιμέρους άξονες ανάπτυξης με αφετηρία την Κομοτηνή» προσδίδοντας έτσι κεντρικό ρόλο στην πόλη μας, θέτοντας τη θεσμική βάση για το προτεινόμενο από το ΤΕΕ Θράκης «τρίπολο Ξαν – Κομ – Αλεξ» για το Εθνικό Χωροταξικό

Αλλά και η αξιολόγηση του νέου χωροταξικού χάρτη της χώρας σε πιο λεπτομερές επίπεδο ανιχνεύει μια σειρά από άλλες αδυναμίες, κρίσιμες για την Ροδόπη και τη Θράκη, όπως:

· Δεν δίνεται η απαραίτητη έμφαση στην ολοκλήρωση και τον εκσυγχρονισμό της σιδηροδρομικής Εγνατίας

· Δεν προωθεί μια πολιτική περαιτέρω διασύνδεσης και δικτύωσης με τα Βαλκάνια, τη Ρωσία και τις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, αλλά παραμένει σταθερά προσανατολισμένο στην κεντροδυτική Ευρώπη

· Δημιουργεί μεγάλη ανησυχία το γεγονός ότι αντί να δίνει συγκεκριμένες κατευθύνσεις προληπτικής διαχείρισης του ζητήματος των περιβαλλοντικών επιπτώσεων για έργα όπως ο αγωγός Μπουργκάς – Αλεξ/λη και των συνοδευτικών του επενδύσεων, περιορίζεται σε απροσδιόριστες και γενικόλογες αναφορές

Το τελικό συμπέρασμα είναι ότι το περίφημο «Γενικό Πλαίσιο Χωροταξικού Σχεδιασμού και Αειφόρου Ανάπτυξης», ούτε τη χωροταξία υπηρετεί αλλά ούτε την αειφορία θεραπεύει. Από τη χωρική οργάνωση της Ελλάδας θα εξακολουθήσει να απουσιάζει ο έλεγχος και η στρατηγική. Ειδικά για την περιοχή μας, αποτελεί κερκόπορτα για τις εταιρείες χρυσού ενώ μειώνει το σημερινό κατακτημένο και αντικειμενικό ειδικό της βάρος.

Το καθ’ ύλην αρμόδιο Υπουργείο εμφανίστηκε άτολμο και απρόθυμο να εκμεταλλευτεί την ευκαιρία της κοινωνικής συναίνεσης και επιταγής για ένα καλό χωροταξικό σχέδιο που να προωθεί επιλογές και παρεμβάσεις με μακρόπνοη προοπτική για ένα βιώσιμο αναπτυξιακό σχέδιο με χωρική αναφορά. Προφανώς, θα καταψηφίσω αυτό το επικίνδυνο για τον τόπο μου, απονευρωμένο πολιτικά και κοινωνικά και χωρίς όραμα νομοσχέδιο, το οποίο ως σημείο αναφοράς θα επηρεάσει παρασκηνιακά μεν αλλά σε σημαντικό βαθμό την ποιότητα της ζωής μας.

Δεν υπάρχουν σχόλια: